καστανότοπος

καστανότοπος
ο
περιοχή όπου υπάρχουν πολλές καστανιές ή τόπος κατάλληλος για φύτευση καστανιών: Το χωριό αυτό είναι καστανότοπος.

Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • καστανότοπος — ο τόπος όπου φυτρώνουν και ευδοκιμούν καστανιές ή είναι φυτεμένος με καστανιές …   Dictionary of Greek

  • κάστανο — Βλ. λ. καστανιά (κάστανο). * * * το (AM κάστανον, Α και κάστανος και καστανέα και καστανιά, ή, και καστάναιον και καστάν(ε)ιον, τὸ) ο καρπός τού δέντρου καστανιά νεοελλ. φρ. α) «βγάζω τα κάστανα από τη φωτιά» εκτελώ το δύσκολο και επικίνδυνο… …   Dictionary of Greek

  • τόπος — ο, ΝΜΑ 1. έκταση γης, μέρος (α. «τόπος προορισμού» β. «ὁ τόπος οὗτος Ἀρμενία καλεῑται», Ξεν.) 2. ορισμένη εδαφική περιοχή, συγκεκριμένη θέση (α. «ο τόπος τού μαρτυρίου» β. «ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν», ΚΔ) 3. ο χώρος που καταλαμβάνει ένα… …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”